Τετάρτη 14 Ιουνίου 2023

ΤΙΠΟΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ, ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ .

 


ΑΣ ΣΥΣΤΗΘΟΥΜΕ, ΠΡΟΣ ΑΠΟΦΥΓΗ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΕΩΝ. 

Γράφω μέσα στο διαδίκτυο από το 2003. Ποτέ οι σελίδες που έφτιαξα δεν είχαν το πλήθος ακολούθων που έχουν άλλες γνωστές σελίδες, αλλά με μια έρευνα, θα δείτε πως ένας πολύ μεγάλος αριθμός των αναρτήσεων μου έχει αναδημοσιευτεί από πλήθος σελίδων (πολλές από αυτές με μεγάλη επισκεψημότητα) ακόμα και σε πάρα πολλές εφημερίδες. Πολλές φορές χωρίς καν να έχουν την ευγένεια να αναφέρουν την πηγή. Δεν με ενδιέφερε ποτέ να κάνω τον εαυτό μου διάσημο. Επειδή ότι γράφω βγαίνει μετά από πολύ σκέψη, πολύ διάβασμα, και ένα ιδιαίτερο τρόπο να αντιλαμβάνομαι ότι συμβαίνει γύρω μου, αυτό που ήθελα γινόταν. Οι σκέψεις μου «κυκλοφορούσαν».

Είμαι πολιτικό ον, και κυρίως σκεπτόμενο πολιτικό ον. Αυτό στην πορεία των τελευταίων 20 χρόνων που γράφω μου χάρισε πολλούς φίλους αλλά απομάκρυνε πολλούς άλλους. Γιατί? Γιατί στην Ελλάδα ένα ολόκληρο σάπιο, προδοτικό σύστημα με τους υπηρέτες του, αυτό που προσπάθησαν με κάθε τρόπο να πετύχουν ήταν να κρατήσουν τους Έλληνες ΔΙΧΑΣΜΕΝΟΥΣ.  Δεν θα αναφερθώ στις προπολεμικές καταστάσεις αλλά θα πάω από τον σιχαμερό και στημένο εμφύλιο και μετά. ΟΛΕΣ ΟΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ στη πατρίδα μας, μετά τον εμφύλιο, ο οποίος κηλίδωσε την ένδοξη ιστορία του ελληνικού λαού με την αντίσταση του στη γερμανική κατοχή, είχαν μέσα τους υποστηρικτές της μιας πλευράς ή της άλλης. Άνθρωποι που μισιόντουσαν μεταξύ τους και που τις περισσότερες φορές δεν είχαν καν καταλάβει τι ήταν αυτό που υποστήριζαν και δημιουργούσε τόσο μίσος.

Δεξιοί με ένα συνεχή φόβο πως θα έρθουν κουμουνιστές να τους πάρουν τα σπίτια, και αριστεροί όπου στη πλειοψηφία τους δεν είχαν ακούσει για Μαρξ παρά από κάποιες κουβέντες στο καφενείο που έκανε κάποιος καθοδηγητής. Στους πρώτους είχε εμφυσήσει μέσα τους η ιδέα πως υπερασπίζονται τη πατρίδα και στους δεύτερους πως υπερασπίζονται το δίκιο του αγώνα των προλετάριων. Η πατρίδα μας γέμισε μίσος, αίμα, διωγμούς, δολοφονίες, και ένα συνεχή ΔΙΧΑΣΜΟ.

Την έχω πει την ιστορία και θα την επαναλάβω για να κατανοήσουν οι νεότεροι το αίσχος που οι ανθέλληνες που μόνιμα κυβερνούσαν σε αυτό το τόπο είχαν δημιουργήσει. Κάποια στιγμή γύρω στο 50 ο πατέρας μου (που στην κατοχή ήταν αετόπουλο στον ΕΛΑΣ) βρέθηκε σε ένα καφενείο να κάθεται με ένα συγχωριανό του που επί κατοχής ήταν στα τάγματα ασφαλείας. Βρέθηκαν γιατί και οι δυο δούλευαν σε ένα χωράφι 10-12 ώρες τη μέρα, σχεδόν ξυπόλητοι και πάμπτωχοι και ίδρωναν για ένα κομμάτι ψωμί. Ο πατέρας μου σε κάποια στιγμή τον ρώτησε «γιατί ρε Γιώργη μας πολεμούσες με τέτοιο τρόπο κι έκανες τόσο κακό?» Κι εκείνος απάντησε «τι να σου πω, εγώ αγάπαγα τη μακαρίτισσα τη μανούλα μου, και της είχα φτιάξει πάνω στο τάφο ένα όμορφο εικονοστάσι, ήρθαν λοιπόν άνθρωποι και μου είπαν πως εσείς όταν έρθετε στην εξουσία θα γκρεμίσετε το τάφο της και θα κάψετε την εικόνα»..

Καταλαβαίνετε τι έχουμε ζήσει? Μπορεί να το συλλάβει το μυαλό σας πόσο ΑΝΟΗΤΟΙ, ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΙ, έχουμε πιαστεί, και πως τελικά σήμερα δεν κινδυνεύει ο Γιώργης με το εικόνισμα ούτε ο πατέρας μου σήκωσε το λάβαρο στη κόκκινη πλατεία, αλλά έχουμε γύρω μας ένα μόρφωμα που αποτελείται από τα μαγαζάκια της απάτης που το ένα υποδύεται τη πατριωτική δεξιά, το άλλο την αγωνιζόμενη αριστερά και έχουν ΟΛΟΙ ΠΑΡΑΔΩΣΕΙ ΤΗ ΧΩΡΑ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΩΝ, ΕΧΟΥΝ ΦΤΩΧΟΠΟΙΗΣΕΙ ΤΟ ΛΑΟ, ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΩΘΗΣΕΙ ΕΝΑ ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΑΞΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΕ ΚΑΤΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΑ ΕΞΟΥΘΕΝΟΜΕΝΟ.

Ξεκίνησα στα νιάτα μου να υποστηρίζω το ΚΚΕ, με το οποίο δηλώνω πως δεν θέλω πλέον να έχω καμία σχέση (πριν με βρίσουν οι λίγοι εναπομείναντες φίλοι που ανήκουν εκεί, ας αναρωτηθούν ΕΠΙ ΤΕΛΟΥΣ, γιατί αξιόλογοι άνθρωποι, αληθινά ειλικρινείς, μορφωμένοι, πατριώτες άνθρωποι έφυγαν και δεν γύρισαν ποτέ, και ας δώσουν τη δική τους απάντηση όχι αυτή που θα τους υποδείξει το μαγαζί. Αν θέλουν απλά να με διαγράψουν, με τις ευχές μου, γιατί δεν έχουν καμιά ελπίδα να ξυπνήσουν)

Όπως λέει κι η μάνα μου τα βιβλία με κατέστρεψαν. Ναι γιατί διάβαζα, τα πάντα, είχα και έχω εμμονή με τη μελέτη κάθε είδους βιβλίων. Προσπαθούσα και προσπαθώ να δώσω απαντήσεις σε μεγάλα ερωτήματα που αναδύονται από την ανθρώπινη φύση και απλώνονται σε άπειρους κόσμους. Ηξερα, πως όποιος νομίζει πως τα ξέρει όλα, είναι καταδικασμένος να ζήσει ακίνητος στο ίδιο σημείο χωρίς ποτέ να μάθει τι υπάρχει παρακάτω. Γνώρισα αριστερούς, δεξιούς, φασίστες, γκουρού του εσωτερισμού, αρχαιολάτρες, φανατικούς χριστιανούς, άθεους, ήθελα να ακούσω, να μάθω, δεν με ικανοποιούσαν ποτέ οι ετοιματζίδικες εξηγήσεις.

Μέσα από τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, και μετά τους συγγραφείς Έλληνες και ξένους που μίλησαν και έγραψαν και γοήτευσαν τα ανήσυχα πνεύματα, ένοιωσα πως είναι ένα δέος πως ζω σ΄αυτή τη πατρίδα. Μια μεγάλη ευτυχία που είμαι Ελληνίδα. Τίποτα πιο όμορφο, πιο ανθρώπινο, πιο σπουδαίο δεν ειπώθηκε στον άνθρωπο, από αυτά που γεννήθηκαν και απλώθηκαν σε όλη την οικουμένη από τους προγόνους μας. Είναι αφύσικο να είσαι Έλληνας και να μην είσαι περήφανος γι΄αυτό, και είναι εξευτελιστικό και θλιβερό συνάμα, να μην έχεις ανοίξει ένα βιβλίο για να μάθεις και να κατανοήσεις το θαύμα που συνέβη σ΄αυτό το τόπο και το φως που προσφέραμε σε όλη την ανθρωπότητα. ΔΕΝ ΕΙΧΑΜΕ ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ ΑΝΑΓΚΗ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΥΠΗΡΕΤΗΣΟΥΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣ ΔΙΔΑΞΑΝ.

Όταν στη μεταπολίτευση κούναγαν όλοι σημαιάκια ΜΠΛΕ και ΠΡΑΣΙΝΑ ποτέ δεν πήρα τέτοιο σημαιάκι στα χέρια μου. Και κάποια στιγμή πετάχτηκα έξω από το δημόσιο, από μία πολύ σημαντική υπηρεσία γιατί το παρελθόν της οικογένεια μου δεν άρεσε πολύ (στιγματισμένοι) αλλά δεν βρήκα και κανένα υποστηρικτή γιατί δεν ήμουν ΟΥΤΕ ΜΠΛΕ ΟΥΤΕ ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΠΕΛΑΤΗΣ.

Στη συνέχεια από πρώην συντρόφους αλλά και φίλους δεξιούς ήμουν το απολιτίκ πρόβατο, η ανόητη ή αφελής, επειδή συμμετείχα κάθε μέρα και νύχτα στο κίνημα των ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΩΝ. Ένα εκατομμύριο κόσμος μαζευόμασταν και για τα συστημικά μαγαζάκια ήμασταν ηλίθιοι ή ύποπτοι. Δεν έβλεπαν τη τύφλα τους ή έβλεπαν αλλά ήταν πουλημένα τομάρια. Κάποια στιγμή εκείνο το πρωινό που διαλύθηκαν όλα έφαγα τα χημικά στη μούρη, είδα γύρω μου να βαράνε ασύστολα και ανθρώπους να σέρνονται στα πλακάκια με αίματα, λιπόθυμοι, αλλά δεν είδα τις ορδές επαναστατών (και μόνο που το λέω μου προκαλεί αναγούλα) να έρχονται να σώσουν ακόμα και τα γερόντια που είχαν πέσει στα γόνατα αβοήθητοι.

Ψήφισα ΟΧΙ σε ένα δημοψήφισμα που ο νέος μεγάλος ηγέτης της αριστεράς και της προόδου πέταξε στα σκουπίδια, δηλαδή πέταξε στα σκουπίδια αυτό που ήθελε το 62% του λαού. Ο λαός είχε δώσει ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ στον λεγάμενο να πράξει αυτά που του ζήτησε να κάνει, αλλά μάλλον εκείνος νόμισε πως είχε πάρει εξουσιοδότηση γιατί ήταν όμορφος!!

Όλα σώπασαν μετά.

 Ήταν ὅλα σιωπηλά, γιατί τὰ 'σκιαζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε ἡ σκλαβιά…

Και φτάσαμε στη νέα αναμέτρηση της υγειονομικής χούντας. Δεν εμβολιάστηκα, δεν νόσησα, αναγκάστηκα να υποστώ όλα τα φασιστικά μέτρα, τα πρόστιμα, το τρύπημα της μύτης 2 φορές την εβδομάδα, τους συγγενείς, φίλους, συναδέλφους που με φώναζαν ψεκασμένη, ανεύθυνη, ηλίθια, την ώρα που ο Πρωθυπουργός, ο Αλέξης, ο επαναστάτης του Περισσού, η επαναστάτρια Ζωή έβγαζαν σέλφι χαζογελώντας με το μπρατσάκι να το τρυπάει το θαυματουργό σκεύασμα….

Σε όλο αυτό το σκηνικό της μετεμφυλιακής Ελλάδας, όπου τα Υπουργεία, γέμισαν με κλητήρες και υπαλλήλους που είχαν πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, και η αριστερά ξεπουλήθηκε κι έμεινε να υποστηρίζει κάτι που μοιάζει με κάποια θρησκευτική αίρεση τύπου Ιεχωβάδες, που δεξιοί κι αριστεροί υπόγραψαν τελικά με χέρια και με πόδια μνημόνια, Πρέσπες, και ξεπούλημα όλου του εθνικού πλούτου, που η πλειοψηφία του λαού μεταλλάχθηκε σε πελάτες ζητιάνους των βουλευτικών γραφείων και των παραμάγαζων της απάτης,

ΤΩΡΑ ΕΧΩ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΨΗΦΙΣΩ ΟΤΙ ΓΟΥΣΤΑΡΩ.

ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΩΣΩ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ

ΚΑΤΑ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.

Και όσοι ακόμα νομίζουν πως ψηφίζουν δεξιά ή αριστερά και πηγαίνουν να κρυφτούν ΠΑΛΙ στα γνωστά τους καταφύγια που τους λένε πως είναι οι καλοί που θα τους προσέχουν, ας συγκρατήσουν αυτό. Είμαστε σε μια χώρα που με ελάχιστες λαμπρές εξαιρέσεις (Καποδίστριας) από την επανάσταση του 21 και μετά ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΟΥΛΟΙ ΞΕΝΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΕΞΟΥΣΙΑΣ, και για να μας κρατάνε αδρανείς και υποταγμένους, ανήμπορους να ελευθερωθούμε, ΠΑΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΘΑ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ ΝΑ ΠΑΙΖΟΥΝ ΜΕ ΚΑΘΕ ΤΕΧΝΑΣΜΑ, ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΟΥ ΔΙΧΑΣΜΟΥ.

Ο κυρ Γιώργης κι ο πατέρας μου κατάλαβαν κι ας είχαν βγάλει το δημοτικό. Τσούγκρισαν το ποτήρι κι είπαν «κατάρα στους αλήτες που μας έκαναν να σκοτωθούμε», να δω εσύ τι θα πεις.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου