Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

ΤΟ ΚΑΛΟΥΠΙ ΣΠΑΕΙ..


Αποτέλεσμα εικόνας για animals in love

Ήταν πολλά χρόνια πριν. Δεν θυμάμαι πόσα. Η πρώτη κρίση πανικού. Όπως ένας ιος που μπαίνει μέσα στο μυαλό και δεν μπορείς να τον ελέγξεις. Νιώθεις πως είναι δημιούργημα σου, βγαίνει από μέσα σου, είναι κομμάτι σου, αλλά στρέφεται εναντίον σου. Είναι εκείνες οι λεπτές γραμμές που χωρίζουν την εκπαιδευμένη λογική από την αυθόρμητη τρέλα. Κανένας δεν θέλει να το ζήσει, γιατί μετράει αποθέματα δύναμης, κι αν τα αποθέματα σου είναι λίγα, μπορεί να είναι μοιραία.

Πέρασα αυτή τη φάση γιατί είχα αποθέματα και μια λογική που πάλεψε με νύχια και με δόντια, εκείνους τους σκοτεινούς καιρούς, να νικήσει. Οπως ήρθε σαν μολυσμένος αέρας να με τυλίξει, έτσι μια μέρα έφυγε, κι ίσως τώρα πια, δεν θα μπορούσα να θυμηθώ καν λεπτομέρειες από εκείνη την επιθυμία του νου, να δραπετεύσει προς άγνωστη κατεύθυνση και να μην αφήσει ούτε ενημερωτικό σημείωμα στους οικείους.

Σήμερα, βλέπω αυτά τα μάτια που σε προσπερνάνε βιαστικά, πάνω από χειρουργικές μάσκες, και σκέφτομαι πόσοι θα καταφέρουν να "μείνουν" αν αυτό τραβήξει πολύ. Ένας ιός που ξύνει τα πνευμόνια, κι ένας βομβαρδισμός θανατολογίας που μπαίνει στα μυαλά των ανυπεράσπιστων από την ίδια τους τη φύση ανθρώπων, καθώς το χαζοκούτι δίνει ρέστα, γιατί είναι ο απόλυτος κυριάρχος των ημερών στα σπίτια τα ερμητικά κλειστά στη ζωή που συνεχίζει να υπάρχει απέξω.

Ημέρες καραντίνας, παιχνίδι πρωτόγνωρο στους μέχρι προχτές στριμωγμένους ανθρώπους, που όμως είχαν μικρές απλές καθημερινές ασχολίες να ξεφεύγουν χωρίς να απουσιάσουν. Στις οθόνες περνούν ειδήσεις τρομοκρατίας, λεπτομέρειες ανατριχιαστικές, εικόνες από ένα πόλεμο χωρίς ερείπια σπιτιών, γεμάτο όμως με ερείπια σκέψης, σ΄ενα κόσμο που έκανε το κύκλο του και πρέπει να ξεκινήσει ξανά, με άγνωστο προορισμό. 

Κοίταζα εικόνες από φέρετρα να παρελάζουν σε διάφορες σελίδες, από τους νεκρούς της Ιταλίας, που ξέχασαν να πουν πως είναι από την τραγωδία της Λαμπεντούζα το 2013 και όχι από το Μπέργκαμο του σήμερα. Μπορεί αυτές τις μέρες οποιοσδήποτε να ισχυριστεί το οτιδήποτε, και οι καραντινάτοι άνθρωποι διψούν να μάθουν. Να αισθανθούν πως καταδικάστηκαν σε φυλάκιση γιατί είναι ένοχοι. Θέλουν να διορθωθούν. Να υπακούσουν. Να παραδώσουν τα τελευταία ίχνη ελευθερίας, στην βεβαιότητα πως κάποιοι θα κάνουν το κόσμο τους ασφαλέστερο.

Εν τω μεταξύ η φύση οργιάζει από μια πρωτόγνωρη ηδονή. Κύκνοι πλέουν στα πεντακάθαρα νερά της Βενετίας, η Αθήνα έχει ένα καταγάλανο ουρανό, η μόλυνση λέει σε παγκόσμιο επίπεδο κατεβαίνει κατακόρυφα. Σε πόλεις βλέπουν κοπάδια από ζωάκια να μπαίνουν μέσα και να διασχίζουν τους δρόμους. Κι ακόμα είμαστε έξω πολλοί. Σκέφτομαι πως σε μια απόλυτη καραντίνα, από άκρη σε άκρη στη γη, με τη κορωνίδα της δημιουργίας σφραγισμένη μέσα στα κλουβάκια της, θα αναδυθεί ένα θέαμα που τα μάτια δεν θα μπορούν να αντέξουν την ομορφιά του.

Η φύση αυτή η πανέμορφη αιώνια γυναίκα, φαντάζει στο μυαλό μου να ξεδιπλώνεται από ένα μεγάλο ύπνο, και να σπέρνει παντού χρώματα, αρώματα, ήχους, αστραφτερή, πεντακάθαρη, με τις παλιές πληγές να γιατρεύονται από το χάδι εκατομυρίων ζωντανών οργανισμών, που θα περπατάνε επάνω της ελεύθερα.

Σκέφτομαι σφαγεία να ανοίγουν και τα πληγωμένα ζωντανά να βλέπουν για πρώτη φορά το φως του ήλιου να τα ζεσταίνει και τη μυρουδιά του χορταριού να γαργαλάει τη μύτη τους. Σκέφτομαι θάλαμοι βασανιστηρίων να σπάνε και τα πειραματόζωα να χαμογελάνε κοιτάζοντας τους δήμιους τους κλεισμένους σε θαλάμους. Σκέφτομαι τα δέντρα να ορθώνονται περήφανα, τις θάλασσες να αποβάλλουν με αηδία τα τελευταία σκουπίδια, και τη νύχτα όλα μαζί τα θαύματα αυτού του κόσμου να κάνουν για πρώτη φορά τον ύπνο τους ελεύθερα κάτω από ένα ουρανό γεμάτο αστέρια.

Κι ύστερα ονειρεύομαι πως στέκομαι στη κορυφή ενός πανύψηλου βουνού, και μυρίζω στην ατμόσφαιρα μόνο αρώματα φύσης, νοιώθωντας μια απέραντη γαλήνη, εκείνη που ένοιωθα όταν γινόταν μια ξαφνική διακοπή από το ρεύμα και σωπαίναν όλα τα καλώδια της σκλαβιάς μας. Εκείνη που ένοιωσα όταν κάποια στιγμή ξύπνησα σ΄ενα μέρος που δεν υπήρχε κόσμος παρά μόνο μια θάλασσα να λέει καλημέρες, κι ένας ήλιος να καίει το πρόσωπο, κι ένα χαμόγελο που καταλάβαινε πως ακόμα κι ένας ήχος παράφωνος θα έκρυβε το φως.

Οι άνθρωποι γεννιούνται και ζητάνε συνεχώς μια ασφάλεια, μια επιβεβαίωση, μια αποδοχή του περίγυρου και μέντορες που θα τους δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν. Νοιώθουν ασφαλείς μέσα σε κάποια αγέλη. Νοιώθουν πως έχουν ανάγκη να ανήκουν κάπου. Εκείνοι που ξέφυγαν από αυτή την αναγκαιότητα, που λειτούργησαν σαν αγρίμια που βάδιζαν δίπλα στο κοπάδι, έπεσαν, σηκώθηκαν, ανέτρεψαν δεδομένα και σιγουριές, αντάλλαξαν την ασφάλεια με τον κίνδυνο, την βεβαιότητα με την αναζήτηση, έβγαλαν κάποια στιγμή το εγώ τους και το κοίταξαν στο καθρέφτη, το ρώτησαν τι αλήθεια ονειρεύεται, τι αλήθεια έχει ανάγκη.

Η απάντηση ήταν πάντα η ίδια. Λίγη τροφή, ένα μέρος για ύπνο, και μια δυνατότητα τα πόδια να μπορούν να αγγίζουν το χώμα, το σώμα να κολυμπάει στο νερό, τα μάτια να βλέπουν τον ουρανό χωρίς οθόνες, τη φύση να γίνεται ένα με την περιορισμένη ύπαρξη και να τη μετατρέπει σε αθάνατη επιθυμία. Να ερωτεύονται, να αγαπούν, να χαμογελάνε, να νοιώθουν ένα εσωτερικό πλούτο, που οδηγεί στην τελική ευδαιμονία, και να σβήσουν ήρεμα αγκαλιά με ότι αγάπησαν. 

Όλα τα άλλα είναι ΤΙΠΟΤΑ. Όλα τα άλλα είναι σκιές θανάτου της ανθρώπινης ψυχής, σκιές που έχουν πάρει εκατομμύρια διαφορετικά ονόματα για να σκεπάσουν τη μία και μοναδική αλήθεια που ξέρει και το τελευταίο ζωντανό πάνω στη γη. Ζω όπως η μητέρα φύση. Ζω στη φύση μου. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. 

Δεν είναι πανικός αυτός στα μάτια. Είναι το σταμάτημα απορίας, ενός καλουπιασμένου ανθρώπου που αγνοεί παντελώς τι να κάνει όταν σπάσει το καλούπι που τον τοποθέτησαν. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου