Σήμερα με το καλημέρα, καθισμένη σ ένα μικρό καφέ, να ξεκινήσω τη μέρα μου ήρεμα, πάλι η καντεμιά να κάθεται δίπλα μου μια παρέα από ακατοίκητους εγκεφάλους. Λες και με κυνηγάνε, ή απλά είναι τόσοι πολλοί πλέον που δεν μπορείς να ξεφύγεις. Κουβέντα πρωινιάτικα για εκείνη τη σιχαμερή εκπομπή που όλη η ιδεολογία της είναι να μετράει βυζιά και κώλους και πόσο καριολέ ύφος μπορείς να πάρεις ξαπλωμένη μισόγυμνη στο πάτωμα. Πολιτισμός όχι αστεία, κι επειδή μερικές φορές βαριέμαι να γράφω τα ίδια, τσιμπάω ένα κείμενο από τα παλιά, που έτσι κι αλλιώς διαχρονικό είναι γιατί η σαπίλα είναι αναλλοίωτη.
Δεν είναι επιφάνεια το να τσαντίζεσαι με όσους μόνιμα μόνο στην επιφάνεια σταματάνε. Δεν είναι υποχρεωτικό να πατάμε στ΄αγγούρια από το πρωί ως το βράδυ αλλά να νοιώθουμε και μια γλυκιά συμπόνια για όποιον δε βρίσκει τίποτα το ουσιώδες να κάνει στη κωλοζωή του.
Η δυστυχία είναι μια συσσώρευση από διάφορους πόνους και είναι διαφορετική από το «θέλω να με τρυπήσω μ΄ενα βελονάκι για να δω αν τσιμπάει»...
ΔΕΥΤΈΡΑ, 25 ΑΥΓΟΎΣΤΟΥ 2008
ΞΥΠΝΑΤΕ ΡΕ! ΠΕΘΑΙΝΕΤΕ!
Διάβαζα τυχαία κάπου το μονόλογο μιας κοπελίτσας. Ο κόσμος ήταν εκείνη, το πάχος της (το σοβαρότερο πρόβλημα απ ότι έλεγε) , ένας χαμένος έρωτας, οι φίλες που κάνουν μπαρότσαρκες, κι ένα ατέλειωτο κενό που συνεχώς τη τριγυρίζει. Κάπου υπήρχε και μια αναφορά στους γονείς οι οποίοι όπως φαίνεται έχουν ψιλοτρελλαθεί μαζί της, αλλά το προσπέρασε άνετα αυτό το πρόβλημα.
Δεν ξέρω γιατί, ειδικά μ΄αυτό το μονόλογο, παρόλο που μίλαγε για τα εντελώς συνηθισμένα προβλήματα μιας καλο αναθρεμμένης μικρής, (μια και η περιγραφή από διάφορα πράγματα στη ζωή της παρέπεμπε σε μεζονέτα βορείων προαστίων, πιάνο, γαλλικά και τσάι στη Σαχάρα) μ έπιασε μια φρίκη.
Δεν είναι η πρώτη φορά που νοιώθω ότι κάποιο νέο παιδί, καλοζωισμένο, δεν έχει καμιά απολύτως διάθεση να ξυπνήσει, να βγει από το κόσμο των νεκροζώντανων και να καταλάβει ότι πετάει στα σκουπίδια κάτι μοναδικό και πολύτιμο όπως η ζωή, αλλά στη περίπτωση αυτή οι κουβέντες ήταν τόσο καλά τοποθετημένες, τόσο ακριβείς ώστε να δείχνουν καταθλιπτικές, φιλοσοφημένες μ΄ενα τόνο ερωτικής σχεδόν άρνησης, που μ έκαναν να βρεθώ μπροστά στη κοπελιά.
Να δω πόσο επιτηδευμένα κάθε πρωί προσπαθεί να γίνει ντε και καλά μια δυστυχισμένη λες και το μανίκι της δυστυχίας είναι κάτι σαν οπσιοναλ στη ζωή που απαραίτητα πρέπει να βιώσεις ή μια ευκαιρία να έχεις κάτι να κουβεντιάζεις.
Λες και το να προσπαθήσεις να δημιουργήσεις κενό μέσα σου είναι η απόκτηση ενός νέου γαμάτου ζευγαριού από πολύχρωμα παπουτσάκια.
Σκέφτηκα όλους εκείνους που κλαίνε τα βράδια γιατί πονάνε πραγματικά. Γιατί πονάει η κωλοουλή στο σώμα, γιατί πονάνε οι ενέσεις της χημειοθεραπείας, γιατί πονάει το στομάχι που χει να φάει μερικές μέρες, γιατί πονάει το κρύο χωρίς καλοριφέρ το χειμώνα, γιατί πονάει ο εξευτελισμός της ανεργίας, γιατί πονάει η ορφάνια, η πρέζα, το γαμήσι στο μπουρδέλο, το να παλεύεις να βρεις το πεζοδρόμιο χωρίς να βλέπεις, το να μαθαίνεις τη νοηματική σ ένα κόσμο που σε κοιτάζει με περιφρόνηση, το να βλέπεις το αφεντικό να σε ξεμπροστιάζει και να μη κάνεις κιχ, το να μαζεύεις τις πεταμένες ντομάτες στα 80 σου στο τέλος στη λαϊκή.......
Σκέφτηκα όλους αυτούς, και για πρώτη φορά στη ζωή μου είπα και συγχωρείστε με γι΄αυτό.
Εσένα κοπελιά δε μπορώ να σ΄αφήσω να χρησιμοποιείς την ίδια καταραμένη λέξη με τους παραπάνω.
Υπάρχει τόσος πόνος γύρω σου αληθινός που η ψυχασθένεια των γαμημένων παραπανίσιων κιλών που νομίζεις ότι έχεις είναι τελικά ακόμα ένα δημιούργημα των αργόσχολων ναρκίσσων αυτού του κόσμου που τους θαυμάζεις και νομίζεις ότι είναι κάτι παραπάνω από ανιαρά ζωντόβολα.
Επέλεξες να ακολουθήσεις αυτή την ιδεολογία. Θα σε δικαιολογούσα αν όλα τα παιδιά ήταν έτσι. Όμως όχι. Ακόμα ευτυχώς είσαι μια άρρωστη μειοψηφία που μας χτυπάει το καμπανάκι για το πόσο κάτω μπορούμε ακόμα να φτάσουμε ακόμα μέσα στην σήψη που τρώει τα μυαλά και τη σάρκα μας...
Είσαι όντως μόνη σου. Μη προσποιείσαι. Δεν χρειάζεται να κάνεις πρόβες. Είσαι αλήθεια μόνη σου γιατί το επέλεξες ανάμεσα σε πολλούς άλλους δρόμους που όμως ήταν πιο κουραστικοί και πιο «λαικούρες». Είσαι μόνη σου γιατί δεν μπορείς ν΄αγαπήσεις κάτι παραπάνω από τα λίγα τετραγωνικά που πατάνε τα σταράκια σου. Είσαι μόνη γιατί πιθανά σε μεγάλωσαν δυο γονείς που έχουν πάθει το ντελίριο του θέλω να αποκτήσω περισσότερα κι από τα πάντα...
Ναι, θα με πλακώσουν οι μεγάλοι και τρανοί επιστήμονες (λέμε τώρα αν ασχολόντουσαν μαζί μου) για να με κολλήσουν στο τοίχο πόσο επιφανειακά σκέπτομαι.
Οχι ρε γαμώτο.
Δεν είναι επιφάνεια το να τσαντίζεσαι με όσους μόνιμα μόνο στην επιφάνεια σταματάνε. Δεν είναι υποχρεωτικό να πατάμε στ΄αγγούρια από το πρωί ως το βράδυ αλλά να νοιώθουμε και μια γλυκιά συμπόνια για όποιον δε βρίσκει τίποτα το ουσιώδες να κάνει στη κωλοζωή του.
Είναι αντίθετα έγκλημα να μη μπορείς να φωνάξεις σε κάποιον που εμφανέστατα είναι,
Είσαι απλά μαλάκας....
Συγχωρείστε με αλλά φρίκαρα.
Είσαι απλά μαλάκας....
Συγχωρείστε με αλλά φρίκαρα.
Κι όσο για σένα κοπελίτσα. Αφού αγαπιέσαι τόσο, κάποια μέρα θα χαπακωθείς κι εσύ. Γιατί όταν από το πρωί ως το βράδυ σκέφτεσαι εσένα για εσένα από σένα και με σένα..... κάποια μέρα θα πλήξεις φρικτά, στ΄αλήθεια. Είναι φοβερό ένα ολόκληρο σύμπαν που πάλλεται ασταμάτητα να το συμπτύξεις στις γραμμούλες μιας ζυγαριάς στο μπάνιο. Λυπάμαι αλλά δεν μπορεί κανείς να κάνει κάτι γι΄αυτό. Θα βρεις μόνο εκείνους που θα θέλουν να γίνουν πολλοί σαν και σένα για να πουλάνε περισσότερες ζυγαριές..
Πρέπει να βάλουμε συγκεκριμένα όρια στις λέξεις. Αυτή η ελευθερία του να χρησιμοποιούμε ότι μας κατέβει στο κεφάλι κατά βούληση μας έχει χαλάσει εντελώς.
Το δάκρυ είναι η εκδήλωση μιας μεγάλης ψυχικής έντασης κι όχι τατουάζ στον αριστερό ώμο με την επιγραφή από κάτω «είμαι θλιμμένος και μ΄αρέσει»...
Το παπούτσι το τρύπιο είναι διαφορετικό από το παπούτσι «το τρύπησα» για να είναι ιν...
Η πείνα του «δεν βρίσκω δυο δεκάρες για να φάω» είναι διαφορετικό από το θα πεινάσω γιατί έχω πάρει μισό κιλό και τρία γραμμάρια και δεν θ’αρέσω στο όποιον γκόμενο..
Το παπούτσι το τρύπιο είναι διαφορετικό από το παπούτσι «το τρύπησα» για να είναι ιν...
Η πείνα του «δεν βρίσκω δυο δεκάρες για να φάω» είναι διαφορετικό από το θα πεινάσω γιατί έχω πάρει μισό κιλό και τρία γραμμάρια και δεν θ’αρέσω στο όποιον γκόμενο..
Η δυστυχία είναι μια συσσώρευση από διάφορους πόνους και είναι διαφορετική από το «θέλω να με τρυπήσω μ΄ενα βελονάκι για να δω αν τσιμπάει»...
Κι επειδή όλοι έχουν δικαίωμα να νοιώθουν ότι είναι κάτι
Κάνω μια πρόταση για να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
Θα λέμε,
Δάκρυ και e-δάκρυ
Πείνα και e-πείνα
Δυστυχία και e-δυστυχία
Πείνα και e-πείνα
Δυστυχία και e-δυστυχία
Κι έτσι οι μεν επί τέλους θα έχουν κάτι που δικαιωματικά τους ανήκει, τον αληθινό πόνο (δηλ. Οι φτυσμένοι και ξεχασμένοι αυτού του κόσμου) και οι δε, κάτι που θα είναι και πιο «σικάτο», μια δυστυχία δημιουργημένη από τους απόλυτους χειραγωγούς των αδύναμων μυαλών τους, όπως ταιριάζει στα σκισμένα παντελόνια τους των 300 ευρώπουλων.....
* Κάποιες φορές υπάρχει η ανάγκη να πάρουμε τα παιδιά από το χέρι και να τα ταξιδέψουμε στον άγριο κόσμο που σέρνεται εκεί έξω. Να τα σοκάρουμε, να ενηλικιωθούν απότομα και να νοιώσουν το μέσα τους να ζωντανεύει έστω κι αν τους πονέσει. Σε ένα κόσμο τόσο άγριο, τόσο άδικα φτιαγμένο είναι έγκλημα να τοποθετείτε τα καμάρια σας σε χρυσά κλουβάκια και να τα παραμυθιάζετε. Για να αλλάξουμε αυτή το αίσχος του λοβοτομημένου πολιτισμού, χρειάζονται στρατιώτες της ζωής για να πολεμήσουν το άδικο. Σταματήστε να φορτώνετε τις ανασφάλειες σας και τις παράνοιες σας στα παιδιά σας, και μην τους επιτρέπεται να παρακολουθούν όσα τους πλασάρουν ψυχοπαθείς που υποδύονται τους μέντορες. Ελεος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου